Κανταριτζής ή ζυγιστής. Επάγγελμα που γέννησαν οι ανάγκες της καθημερινής συναλλαγής. Συνήθως περιφέρονταν στις αγορές ή όπου χρειάζονταν, ακόμα και στα πανηγύρια, για να ζυγίσει κάποιο βάρος (τσουβάλι σιτάρι, καλαμπόκι, πατάτες, σφαχτό κ.ά.). χρησιμοποιούσε κανταρόξυλο και σχοινί για να δένει τα αντικείμενα ώστε να τα ζυγίσει με το καντάρι.

Το καντάρι είχε μια βέργα (βραχίνα) με σημειωμένες χαρακιές για τις οκάδες (οκά= 400 δράμια ή 1200 γραμμάρια), που πάνω της μετακινούσαν το κρεμασμένο βαρίδι. Είχε ακόμα τα γατζάκια που κρεμούσαν τα αντικείμενα.