Η ραπτική και η υφαντουργία ήταν οικιακές ασχολίες, ιδιαίτερα των γυναικών που έφτιαχναν τα βασικά είδη ρουχισμού. Εδώ, υπήρχαν πολλοί επαγγελματίες ράπτες που ειδικεύονταν στην κατασκευή συγκεκριμένων ειδών  εγχώριων ενδυμάτων από τσόχα ή υφαντό και τα έραβαν με μεταξωτή κλωστή ("μπρισίμι"), διακοσμώντας τα με γαϊτάνια, με κεντήματα και κουμπιά.. Η καποραπτική ήταν ένα προσοδοφόρο επάγγελμα, μια βιοτεχνία των χωριών μας, με πρώτη ύλη το τραγόμαλλο, που κάλυπτε τις ενδυματολογικές ανάγκες του ποιμενικού κόσμου, ορεινών αλλά και πεδινών περιοχών. Στο Καρπενήσι και τα γύρω χωριά άνθιζε παλιά η βιοτεχνία παρασκευής στολών  και για αρκετά χρόνια μετά την απελευθέρωσε από δω προμηθεύονταν ο ευζωνικός στρατός τις φουστανέλες του. Από τα μέσα του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν οι "φραγκοράφτες", που έραβαν τις "ευρωπαϊκές" ενδυμασίες, ενώ ήταν διέθεταν και υφάσματα γι’ αυτές (εμποροράφτες).  Παράλληλα υπήρχαν και οι γυναίκες (μοδίστρες) για την ραπτική των γυναικείων ενδυμάτων τόσο στο Καρπενήσι, όσο και στα χωριά., Σήμερα υπάρχουν πολύ λίγοι ράφτες και μοδίστρες, αφού έχει επικρατήσει παντού το έτοιμο βιομηχανοποιημένο ρούχο και η επιδιόρθωση μειώθηκε.